ΟΙ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΙ1
(αντίστοιχο κεφάλαιο από το έργο του
P.
Merlan
«Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΕΩΣ ΤΟΝ ΠΛΩΤΙΝΟ»)
Α. Ψευδεπίγραφα
Δεν
γνωρίζουμε κανέναν Πλατωνιστή μετά την Παλαιό Ακαδημία και.
πριν από τον Εύδωρο που να ενδιαφέρθηκε για το δόγμα των Δύο
Αντιθέτων Αρχών και την παρεπόμενη οριζόντια διαστρωμάτωση,
όπως τα απέδωσε στον Πλάτωνα ο Αριστοτέλης. Ο Πλούταρχος, που
παραθέτει κείμενο του Ευδώρου σε άλλη περίπτωση, δεν του δίνει
ιδιαίτερη σημασία. Αυτό πάντως δεν σημαίνει ότι το δόγμα είχε
λησμονηθεί τελείως πριν από τον Εύδωρο. Φαίνεται μάλλον ότι, ενώ
έχασε τη θέση του μέσα στην Ακαδημία ή παραμερίστηκε,
υιοθετήθηκε πλήρως από τους συγγραφείς των μεταπλατωνικών,
πυθαγορικών κειμένων.2 Αυτοί πάντως ταυτίζουν συχνά
τις δύο αρχές με τη μορφή και την ύλη του Αριστοτέλους ή με την
ενεργό και την παθητική αρχή της Στοάς.3 Ο
συγκρητισμός είναι ολοφάνερος.
Στο πλαίσιο της έρευνάς μας, είναι καλύτερο να διακρίνουμε αυτά
τα κείμενα σε τρεις κατηγορίες.4 Η πρώτη αποτελείται
από ψευδεπίγραφα. Σ’ αυτήν την κατηγορία δύο ονόματα
παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: ο ψευδο-Αρχύτας και ο ψευδο-Βροντίνος
(με βάση την παραδοχή ότι το κείμενο του πρώτου, όπως
παρατίθεται πρώτα από τον Συριανό και το κείμενο του δευτέρου,
όπως παρατίθεται από τον Στοβαίο, ανήκουν στην περίοδο πριν από
τον Πλωτίνο).5
Σχετικά με τον Βροντίνο, ο Συριανός μας διαβεβαιώνει ότι οι
Πυθαγόρειοι γνώριζαν το δόγμα σύμφωνα με το οποίο υπάρχει μία
αρχή ανώτερη από τις Δύο Αντίθετες Αρχές. Για να το αποδείξει,
αναφέρει ότι ο Φιλόλαος είπε ότι ο Θεός δημιούργησε το όριο και
το άπειρο. Επίσης λέει ότι ο Αρχαίνετος (και δεν φαίνεται να
υπάρχει λόγος να αλλάξουμε το όνομα σε Αρχύτας) αναφέρθηκε σ’
ένα αίτιο πριν από ένα αίτιο και ότι ο Βροντίνος είπε γι’ αυτό
το αίτιο ότι είναι πάνω από τη νόηση και την ύπαρξη (ουσία) και
την ξεπερνά σε ισχύ και μεγαλείο.6
Και λίγο παρακάτω: Το Εν και το Αγαθόν είναι σύμφωνα με τον
Πλάτωνα, πάνω από την ύπαρξη (ουσία) και ότι το ίδιο
ισχυρίζονται ο Βροντίνος και όλα τα μέλη της σχολής των
Πυθαγορείων.7
Για τον Βροντίνο διαβάζουμε στον ψευδο-Αλέξανδρο ότι δίδασκε
ότι «το Ένα είναι η ουσία του Αγαθού».8 Αυτό δεν
είναι παρά επανάληψη της περίφημης φράσης στην οποία, σύμφωνα με
τον Αριστόξενο, κορυφώνεται η ακρόασις του Πλάτωνος σχετικά με
το αγαθό.
Ο Στοβαίος διέσωσε ένα κείμενο του ψευδο-Αρχύτα που παρουσιάζει
ενδιαφέρον σχετικά με το θέμα μας. Ο ψευδο-Αρχύτας πρώτα εισάγει
δύο αντίθετες αρχές την ύλη, την οποία επίσης αποκαλεί ουσία,
και τη μορφή. Και προχωρά στη δήλωση ότι πρέπει να υπάρχει και
μία τρίτη αρχή, που κινείται αφ’ εαυτής και φέρνει τις δύο άλλες
κοντά, έτσι ώστε έχουμε τρεις αρχές. Αυτή η τρίτη αρχή πρέπει να
είναι, όχι απλά νόηση, αλλά κάτι ανώτερό της και είναι φανερό
ότι αυτό ακριβώς το ανώτερο από τη νόηση είναι που ονομάζουμε
Θεό.9
Είναι δύσκολο να φανταστούμε πιο συγκρητιστικό κείμενο σε τόσο
μικρή έκταση. Οι δύο αρχές, της μορφής και της ύλης, είναι
αριστοτελικές. Το να ονομάζει κανείς τη δεύτερη αρχή ουσία
αποτελεί θέση της Στοάς. Η διδασκαλία ότι χρειάζεται μία άλλη
αρχή για να συνδυάσει τη μορφή και την ύλη ξεκινά πάλι από τον
Αριστοτέλη. Η αντίληψη ότι αυτή η τρίτη αρχή κινείται αφ’ εαυτής,
είναι πλατωνική καθώς και η τοποθέτησή της πάνω από τη νόηση
είναι πλατωνική (και πρωτο-πλωτινική), εκτός αν πούμε ότι είναι
επίσης και Αριστοτελική, γιατί στο Περί προσευχής ο Αριστοτέλης
λέει ότι ο Θεός είναι, είτε νόηση ή κάτι πάνω από τη νόηση,10
και γιατί στα Ηθικά Ευδήμια λέει ότι υπάρχει μόνο ένα πράγμα
ανώτερο από τη γνώση και τη νόηση, δηλαδή ο Θεός.11
Αν υποθέσουμε ότι ο Συριανός, ο ψευδο-Αλέξανδρος ή η πηγή του,
(και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι ήταν ο αληθινός
Αλέξανδρος) και ο Στοβαίος, αναφέρθηκαν σε ψευδεπίγραφα που
υπήρχαν πριν από τον Πλωτίνο, μπορούμε να πούμε ότι σε ορισμένα
απ’ αυτά τα ψευδεπίγραφα, το δόγμα των Δύο Αντιθέτων Αρχών
χαρακτηρίστηκε Πυθαγόρειο.12 Επί πλέον, ότι σε κά-
ποια από αυτά τα κείμενα έγινε προσπάθεια να ξεπεραστεί ο
δυϊσμός αυτού του δόγματος. Και τέλος, ότι σε ορισμένα απ’ αυτά
τα κείμενα, η αρχή που ξεπερνά τα αντίθετα περιγράφηκε με όρους
παρόμοιους μ’ εκείνους του Πλωτίνου, όταν περιέγραφε αυτό το
Ένα, περιλαμβανομένου του ισχυρισμού ότι αυτή ξεπερνά ακόμη και
τη νόηση. Μπορούμε επίσης να πούμε ότι αυτά που ο Αριστοτέλης
απέδωσε ξεκάθαρα στους προ-πλατωνικούς Πυθαγορείους, δηλαδή οι
αρχές του ορίου και του απείρου, στα κείμενα αυτά απλά
εξισώθηκαν με το Ένα του Πλάτωνος και την Αόριστη Δυάδα, παρά
το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η δεύτερη ήταν
καινοτομία του Πλάτωνος.13 Από τη στιγμή που ο
Αριστοτέλης είπε ότι ο Πλάτων άντλησε κάποια από τα θεμελιώδη
του δόγματα από τους Πυθαγορείους, αυτό προφανώς χρησίμευσε ως
δικαιολογία για να προβληθούν οι Πυθαγόρειοι ως η πηγή για
οτιδήποτε είπε ο Πλάτων. Και καθώς ο Πλάτων επέλεξε να
παρουσιάσει τον πιο γνωστό από τους διάλογους του ως έργο του
Τιμαίου -που όλοι υπέθεσαν ότι ήταν ο Τίμαιος ο Λοκρός, αν και ο
Πλάτων ποτέ δεν αποκάλεσε τον εκπρόσωπό του Πυθαγόρειο- είναι
δυνατόν, ακόμη και καλή τη πίστη απλώς να εξισώσει κανείς τον
Πλάτωνα με τον Πυθαγορισμό, ειδικά όσον αφορά το δόγμα των Δυο
Αντιθέτων Αρχών.
Θα εξετάσουμε ακόμη ένα ψευδεπίγραφο που χρήζει προσοχής: τον
ψευδο-Καλλικρατίδα. Εδώ πάλι, σ’ ένα απόσπασμα που διέσωσε ο
Στοβαίος, βρίσκουμε να αναδιατυπώνεται το δόγμα των Δύο
Αντιθέτων Αρχών με την ενδιαφέρουσα παραλλαγή ότι ο ψευδο-Καλλικρατίδας
συσχετίζει αυτές τις αρχές με τις κατηγορίες του σχετικού και
του μη σχετικού.14 Γνωρίζουμε αυτόν το συνδυασμό από
τον Ερμόδωρο15...