Σκέψεις-αναφορές στην
Αρχαία Ελληνική Μουσική
του
Christopher C. King
που περιέχονται στο έργο του
«ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΜΟΙΡΟΛΟΙ»
- Οδοιπορικό στην ωραιότερη ζωντανή δημώδη
μουσική της Ευρώπης -
…Η επική ποίηση —ένα απ’ τα πρώτα καλλιτεχνικά δημιουργήματα
που γέννησε η παρόρμησή μας να λέμε και ν’ ακούμε ιστορίες— ήταν
τραγούδι. Πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι οι επαναλαμβανόμενες
φράσεις και τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα βοηθούσαν τον αρχαίο
ποιητή-τραγουδιστή να θυμάται τους στίχους: ότι επρόκειτο για
μια πρώιμη μνημονική τεχνική. Οι ακροατές, από την άλλη,
απολάμβαναν τα επαναλαμβανόμενα ρεφρέν που ήταν γεμάτα δράση και
νόημα. Όταν τα ραψωδικά τραγούδια καταγράφηκαν, πιέζοντας μια
γραφίδα πάνω σ’ ένα υλικό υπόστρωμα, οι λέξεις διατηρήθηκαν μαζί
με ίχνη της αρχικής μουσικότητάς τους.
Όμως τα στοιχεία που διαθέτουμε για τις καταβολές της μουσικής
είναι μονάχα θραύσματα. Η ανθρωπότητα ταξιδεύει στο χρόνο
απερίσκεπτα. Σπανίως αφήνουμε συνειδητά κάποιο χνάρι από το
πέρασμά μας στο διάβα των χιλιετηρίδων. Τα πειστήρια έχουν
χαθεί· απομένουν μονάχα κάποια σπαράγματα —κάποιες λειψές
ενδείξεις— όσον αφορά τις απαρχές της μουσικής, αυτής της
πανανθρώπινης δραστηριότητας. Κι έτσι μένουμε με την απορία: τι
είναι τελικά η μουσική;
…Επί χιλιάδες χρόνια η βασική δομή και λειτουργία των
μοιρολογιών έμεινε εν πολλοίς απαράλλαχτη. Είναι το αρχαιότερο
μουσικό είδος σε αδιάκοπη χρήση στην Ευρώπη.
Στη ραψωδία Ω της Ιλιάδας, ο Αχιλλέας κηρύσσει προσωρινή
εκεχειρία ώστε οι Τρώες να θρηνήσουν και να ενταφιάσουν με τον
πρέποντα τρόπο τον Έκτορα — τον υπερασπιστή της Τροίας που ο
Αχιλλέας είχε φονεύσει. Η μάνα του Έκτορα, η Εκάβη, θρηνεί μαζί
με την αδερφή του Έκτορα, την Κασσάνδρα, και τη γυναίκα του, την
Ανδρομάχη. Το επίπονο έργο της φροντίδας των νεκρών φαίνεται ότι
ανέκαθεν ήταν γυναικεία δουλειά.
Έτσι σαν πήγαν τον νεκρό στον όμορφο τον πύργο,
τον πήραν και τον έβαλαν στο τορνευτό κλινάρι,
κι άρχισε εκεί των γυναικών το μοιρολόι τριγύρω
Κι η Αντρομάχη η λυγερή το κλάμα αρχίζει πρώτη,
την κεφαλή του Έχτορα στα χέρια της κρατώντας.
Τότε η Εκάβη δεύτερη τα μοιρολόγια στήνει
«Έχτορα, εσύ των σπλάχνων μου το λατρευτό βλαστάρι,
είχες και πρώτα των θεών σα ζούσες την αγάπη,
μα και στον χάρον σον έπειτα σε φρόντισαν την ώρα.»
[μτφρ. Αλέξανδρος Πάλλης, 1905J
Σήμερα, τη μορφή του θρήνου την ορίζουν τα έθιμα του χωριού ή
της περιοχής. Τα μοιρολόγια μπορεί να τραγουδιούνται, να είναι
έμμετρα λόγια θύμησης και πένθους. Ή μπορεί να είναι ένας
άναρθρος γόος — ένας ελεγχόμενος μουσικός ολοφυρμός δίχως
ευδιάκριτα λόγια ή σύνταξη. Τα μοιρολόγια της Ιλιάδας ανήκουν
στο πρώτο είδος. Το δεύτερο είδος —οι μελωδικές κραυγές που
βρίσκονται ένα επίπεδο πριν από τα λόγια, έξω από τα λόγια, πέρα
από τα λόγια— ήταν πιθανότατα το απροσδόκητο αποτέλεσμα ενός
αθηναϊκού νόμου που θεσμοθετήθηκε στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. Ο
νόμος αυτός απαγόρευε στις γυναίκες τις ανορθολογικές εκδηλώσεις
πένθους στις νεκρώσιμες τελετές. Όπως περιγράφει ο Πλούταρχος, ο
νομοθέτης Σόλωνας θέσπισε νόμους που απαγόρευαν το ξερίζωμα των
μαλλιών στις κηδείες και την απαγγελία μελοποιημένων
μοιρολογιών στις τελετές για τους νεκρούς. Τα λόγια έδιναν
πρόσθετη δύναμη στη φωνή μιας γυναίκας, και οι άνδρες σαν τον
Σόλωνα ήθελαν να περιορίσουν τη δύναμη αυτή…